Δυνατότητες εφαρμογής της Θεωρίας Μουσικής Μάθησης του E. Gordon στο ελληνικό πλαίσιο
Μαρία Παπαζαχαρίου-Χριστοφόρου, Περακάκη Ελισσάβετ
Εργαστήριο
| Περίληψη |
Η Θεωρία Μουσικής Μάθησης (Music Learning Theory) του Edwin Gordon αποτελεί ένα σύγχρονο και καινοτόμο εργαλείο στη μουσική εκπαίδευση, που εστιάζει στην ανάπτυξη της μουσικότητας μέσω βιωματικών διαδικασιών. Περιλαμβάνει την επεξήγηση του πότε, γιατί και πώς μαθαίνουν μουσική τα άτομα, και στηρίζεται στις έννοιες της μουσικής δεκτικότητας και της ακουστικότητας (Στάμου, 2001), παρέχοντας πληροφορίες και πρακτικές ως προς τα διαδοχικά στάδια της μουσικής ανάπτυξης (Gordon, 2013). Η Θεωρία Μουσικής Μάθησης αντλεί από το θεωρητικό πλαίσιο της εκπαιδευτικής ψυχολογίας και συγκεκριμένα από τις θεωρίες των Robert Gagne και Jerome Bruner, όπως επίσης και από θεωρίες που αφορούν στη γλωσσική ανάπτυξη, εφόσον διαφαίνεται ότι η μουσική μάθηση ακολουθεί αντίστοιχη πορεία με τη γλωσσική ανάπτυξη (Gordon, 2011). Με βάση το πλαίσιο που προσφέρει η Θεωρία Μουσικής Μάθησης, οι μουσικοπαιδαγωγοί μπορούν να σχεδιάσουν και να εφαρμόσουν τις καταλληλότερες δράσεις για τη μουσική ανάπτυξη ατόμων κάθε ηλικίας ακολουθώντας το σπειροειδές μοντέλο μάθησης, και δημιουργώντας το βέλτιστο μαθησιακό περιβάλλον όπου κάθε άτομο υποστηρίζεται για να προχωρήσει σε εμβάθυνση και κατανόηση της μουσικής (Gordon, 1999). Η Θεωρία Μουσικής Μάθησης μπορεί να ενσωματωθεί σε διαφορετικά μαθησιακά πλαίσια και διαφορετικές ηλικιακές ομάδες, όπως στη γενική μουσική εκπαίδευση, στην εκμάθηση μουσικού οργάνου, σε μουσικά σύνολα όπως χορωδίες, ορχήστρες ή μπάντες κ.τλ. (Gordon, 2013). Το εργαστήριο αυτό έχει στόχο να παρουσιάσει τις βασικές αρχές της Θεωρίας και να προτείνει πρακτικούς τρόπους εφαρμογής της στην ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα, ενσωματώνοντας στοιχεία από την ελληνική μουσική. Θα ξεκινήσει με μία σύντομη παρουσίαση της Θεωρίας, όπου θα εξηγηθεί η έννοια της ακουστικότητας και τα διαδοχικά στάδια που πρέπει να ακολουθεί η μουσική μάθηση, με ιδιαίτερη έμφαση στον τρόπο που η Θεωρία αυτή μπορεί να προσαρμοστεί στο ελληνικό εκπαιδευτικό και πολιτισμικό συγκείμενο. Στη συνέχεια, οι συμμετέχοντες/ουσες θα λάβουν μέρος σε βιωματικές δραστηριότητες πρακτικής εφαρμογής της Θεωρίας στην πράξη. Μέσα από παιχνίδια ακρόασης και κίνησης, θα εξερευνήσουν ρυθμούς και μελωδίες που βασίζονται στον πλούτο των χαρακτηριστικών της ελληνικής μουσικής και θα συμμετάσχουν σε δραστηριότητες μελωδικού και ρυθμικού αυτοσχεδιασμού. Μέσα από αυτές τις εμπειρίες, θα κατανοήσουν πώς η χρήση οικείων μουσικών στοιχείων μπορεί να ενισχύσει την ανάπτυξη της ακουστικότητας και τη σύνδεση των μαθητών/τριών με τη μουσική. Το εργαστήριο απευθύνεται σε εκπαιδευτικούς μουσικής, και κάθε ενδιαφερόμενo/η για τη μουσική μάθηση ως βιωματική, δημιουργική και πολιτισμικά συνδεδεμένη διαδικασία. |
|---|---|
| Θεματικοί Άξονες |
|
| Λέξεις-κλειδιά | ακουστικότητα, Edwin Gordon, Θεωρία Μουσικής Μάθησης, μουσική δεκτικότητα |
| Γλώσσα παρουσίασης | Ελληνική |
| Βιογραφικό σημείωμα εισηγητή/ών |
Η Μαρία Παπαζαχαρίου-Χριστοφόρου, Ph.D., είναι Επίκουρη Καθηγήτρια Μουσικής Εκπαίδευσης και Παιδαγωγικής στο Τμήμα Επιστημών της Αγωγής του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου. Η έρευνά της εστιάζει στις κοινωνιολογικές διαστάσεις της μουσικής παιδαγωγικής και των μουσικών ταυτοτήτων, τη μουσική εκπαίδευση στην πρώιμη παιδική ηλικία, τη μουσική γονεϊκότητα και τις άτυπες πρακτικές μουσικής μάθησης. Είναι ιδρύτρια και διευθύντρια της ερευνητικής μονάδας LifeLong Music Engagement Research Unit, SosciEAtH, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του EuNetMERYC και μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του International Journal of Music in Early Childhood (Intellect) . Έχει εξειδίκευση στη θεωρία της μουσικής μάθησης του Edwin Gordon και είναι ενεργό μέλος του GIML. Οι ερευνητικές της δραστηριότητες περιλαμβάνουν συνεργασία με άλλα ακαδημαϊκά ιδρύματα μέσω του προγράμματος Erasmus+ και άλλων πρωτοβουλιών. Η Δρ Παπαζαχαρίου-Χριστοφόρου έχει παρουσιάσει ερευνητικές εργασίες σε πολυάριθμα διεθνή συνέδρια και έχει δημοσιεύσει εκτενώς σε περιοδικά με κριτές και πρακτικά συνεδρίων. Η Ελισσάβετ Περακάκη (PhD, post-PhD) είναι μέλος του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του ΕΚΠΑ από το 2020. Έχει διδάξει μουσική σε δημόσια δημοτικά και δευτεροβάθμια σχολεία, καθώς και σε ωδεία, από το 1998. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν τη μουσική στη βρεφική ηλικία, καινοτόμες διδακτικές μεθόδους, τη δημιουργικότητα, την εκπαίδευση και τη δια βίου μάθηση των εκπαιδευτικών μουσικής. Διοργανώνει μουσικά προγράμματα για βρέφη-φροντιστές, παιδιά και ενήλικες και συμμετέχει σε διάφορα ευρωπαϊκά και τοπικά προγράμματα σχετικά με τη μουσική εκπαίδευση. Είναι συγγραφέας (Fagotto: 2008, 2009) και συν-συγγραφέας (Fagotto: 2018 & 2023 και Ελληνοεκδοτική, 2021) πέντε βιβλίων στα ελληνικά. Είναι πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τη Μουσική Εκπαίδευση (ΕΕΜΕ) και επικεφαλής της Επιτροπής Μουσικής στα Σχολεία & Εκπαίδευσης Εκπαιδευτικών (MISTEC) της ISME για την περίοδο 2024-2026.
|